Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ













Tα βιολογικά προϊόντα είναι το αποτέλεσμα της καλλιέργειας της γης χωρίς χημικά λιπάσματα, παρασιτοκτόνα και τοξικά φυτοφάρμακα. Η καταπολέμηση των ασθενειών των φυτών καθώς και η λίπανση του εδάφους γίνονται με φυσικές μεθόδους και οργανικά εφόδια. Η καλλιέργεια βιολογικών προϊόντων στηρίζεται στις γνώσεις του παραδοσιακού αγρότη και στην αναζήτηση της επιστήμης για υγιεινές λύσεις. Στην βιολογική κτηνοτροφία δεν χρησιμοποιούνται αντιβιοτικά και ορμόνες.
Οι τοξικές ουσίες συγκεντρώνονται στα συμβατικά τρόφιμα και μέσα από το φαγητό φτάνουν στον οργανισμό μας. Τα βιολογικά προιόντα περιέχουν 20-30% λιγότερο νερό στην σύνθεση τους, μεγαλύτερα ποσοστά πρωτεϊνών, μεταλλικών αλάτων, ενζύμων και βιταμινών. Επίσης δεν περιέχουν συντηρητικά, βελτιωτικά γεύσης, τεχνητά χρώματα και αρώματα. Ο φυσικός τρόπος παραγωγής συμβάλλει στο να έχουν πολύ καλύτερη γεύση και άρωμα από τα αντίστοιχα συμβατικά.
Η αξιοπιστία των βιολογικών προϊόντων στηρίζεται σε ένα αυστηρό σύστημα ελέγχου και πιστοποίησης που περιγράφεται στο νόμο 2092/91 και 1804/99 της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κάθε βιοκαλλιεργητής είναι υποχρεωμένος να τον εφαρμόζει. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό ένας παραγωγός ελεγχεται σε όλα τα στάδια της παραγωγής έως και την διάθεση της. Γεωπόνοι ενεργούν ελέγχους στα κτήματα, ενώ ειδικές αναλύσεις κατά την διάρκεια της καλλιέργειας, της συγκομιδής και της τυποποίησης, πιστοποιούν ότι τηρούνται οι απαραίτητοι κανόνες. Για να χαρατηριστεί ένα προϊόν βιολογικό, πρέπει να είναι το αποτέλεσμα βιολογικής καλλιέργειας τουλάχιστον για τρία χρόνια και να φέρει την κατάλληλη σήμανση στην συσκευσία, δηλαδή το όνομα του οργανισμού και τον κωδικό πιστοποίησης του. Φυσικά στην βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία απαγορεύεται η χρήση γενετικά τροποποιημένων υλικών.

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

ΠΙΠΕΡΙΑ




Capsicum 





Η πιπεριά είναι αγγειόσπερμοδικότυλοποώδες και θαμνώδες φυτό του γένους Καψικόν (Capsicum). Ανήκει στην τάξηΣτρυχνώδη (Solanales) της οικογένειας Στρυχνοειδών (Solanaceae). Η πιπεριά υπάρχει σε 50 περίπου είδη ανά τον κόσμο, άλλοτε με γλυκούς και άλλοτε με καυτερούς καρπούς.
Το φυτό έχει ύψος 50–75 εκατοστά, βλαστούς που στην αρχή είναι τρυφεροί και στη συνέχεια ξυλώδεις, φύλλα σχετικά μικρά, ανοιχτοπράσινα, άνθη λευκά που φύονται μεμονωμένα σε ομάδες των 2 ή 3. Ο καρπός της πιπεριάς είναι πολύσπερμος πράσινος ή κιτρινοπράσινος, που γίνεται κόκκινος ή κίτρινος όταν ωριμάσει. Το σχήμα του, ανάλογα με την ποικιλία, είναι κωνικό και μακρύ έως σφαιρικό ή τοματόμορφο.
Οι γλυκείς καρποί είναι μεγαλύτεροι από τους καυτερούς, αυλακωτοί και διογκωμένοι. Μαζεύονται 60–80 μέρες μετά από τη μεταφύτευση του φυταρίου από το φυτώριο και όταν έχουν ζωηρό πράσινο χρώμα, πριν ωριμάσουν. Πλούσιοι σε βιταμίνη C καιβιταμίνη Α, τρώγονται σε σαλάτες ή μαγειρεμένοι. Αποτελούν ένα από τα κύρια υλικά της Ελληνικής κουζίνας, καθώς χρησιμοποιούνται στη χωριάτικη σαλάτα, στα γεμιστά, αλλά και ως συμπλήρωμα σε σάλτσες κ.λ.π.
Οι καυτεροί καρποί χρησιμοποιούνται ψητοί ως ορεκτικό ή γίνονται σκόνη και χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό. Η καυστικότητα των καρπών οφείλεται σε μία ουσία, την καψαϊκίνη, ένα αλκαλοειδές που βρίσκεται στο εσωτερικό τους.
Χαρακτηρίζει σήμερα πολλές κουζίνες της Ανατολής, της Ινδίας, της Άπω Ανατολής και Λατινικής Αμερικής, ενώ είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ισπανία και το Μεξικό. Στα θερμά κλίματα η καυτερή πιπεριά καταναλώνεται κατά κόρον, καθώς ερεθίζει ορισμένα κέντρα του υποθαλάμου, προκαλώντας εφίδρωση και μείωση της θερμοκρασίας του σώματος. Γνωστότερα από τα μπαχαρικά που παράγονται από την καυτερή πιπεριά είναι το τσίλι και το καγιέν, από ξηραμένους καρπούς των ποικιλιώνFrutescens και Annum, και η καυτερή σάλτσα Ταμπάσκο. Η γλυκιά πάπρικα προέρχεται από μία ποικιλία με ιδιαίτερο άρωμα αλλά μη καυτερή.






Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013





ΔΙΚΤΑΜΟ















Δίκταμος σε γλάστρα .
Το Δίκταμο (η έρωντας) (επιστημονική ονομασία: Origanum dictamnusΟρίγανον το δίκταμνον
είναι ένα ενδημικό φυτό που συναντάται στην Κρήτη και χρησιμοποιείται ως ρόφημα. 
Το όνομα προέρχεται από το όρος Δίκτη (Λασιθιώτικα) όπου παλαιότερα αφθονούσε.
 Ειδικότερα καλλιεργείται εδώ και 70 χρόνια στηνΈμπαρο Τα φύλλα του είναι χνουδωτά και 
έχουν χρώμα γκριζοπράσινο[3].Το δίκταμο λέγεται και δίκταμνο(ς).
Στη Μινωική Κρήτη και την Αρχαία Ελλάδα ήταν ένα από τα σπουδαιότερα φαρμακευτικά φυτά.
Ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε κατά των παθήσεων του στομάχου και του πεπτικού συστήματος,
 στους ρευματισμούς, τα αρθριτικά, ως επουλωτικό, εμμηναγωγό, τονωτικό και αντισπασμωδικό.

Ο Δίκταμος (Origanum dictamnus) είναι ενδημικό φρύγανο της Κρήτης και αυτοφύεται
 πρακτικά σε όλα τα βουνά του νησιού κι όχι μόνο στη Δίκτη όπως το θέλει το όνομά του.
 Εξαπλώνεται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1.600 μ. αποκλειστικά
 σε γκρεμνό και φαράγγια (υποχρεωτικό χασμόφυτο). 
Είναι ένα μικρό φυτό με μήκος 30 έως 40 εκ., πολύ δυνατής οσμής και γεύσης, 
τα φύλλα του είναι σχετικά μικρά αλλά παχουλά, και καλύπτονται από χνούδι, 
Τα άνθη του έχουν βιολετί χρώμα.

Το δίκταμο έχει αντισηπτική δράση, τονωτική και αντισπασμωδική. 
Χρησιμοποιείται για την επούλωση των τραυμάτων, ως καταπραϋντικό του πεπτικού συστήματος, 
καθώς και κατά της γρίπης και του κρυολογήματος. Δρα σπασμολυτικά και συμβάλει στην πρόληψη
 και στην αντιμετώπιση των κυκλοφορικών και καρδιολογικών προβλημάτων, ανακουφίζει από πονοκεφάλους, 
και στομαχικές διαταραχές, πονόδοντους και αποστήματα. Ενεργεί επίσης, ως αντιδιαβητικό, εμμηναγωγό 
αλλά και ως αφροδισιακό (στην Κρήτη το αναφέρουν και ως «έρωντα»).

ΣΤΕΒΙΑ ΤΟ ΦΥΤΟ ΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ ΤΗ ΖΑΧΑΡΗ






Η Στέβια (βοτανικό όνομα Stevia rebaudiana) είναι είδος φυτού με προέλευση 
τη Βραζιλία και την Παραγουάη. Περιέχει μια ουσία η οποία ονομάζεται 
στεβιόζη ή στεβιόλη έχει πολλές φορές μεγαλύτερη γλυκαντική δύναμη από την ζάχαρη
Χρησιμοποιείται σε αρκετές χώρες ως εναλλακτική γλυκαντική ουσία από την ζάχαρη.
Η γλυκιά γεύση των φύλλων της είναι γνωστή εδώ και αιώνες 
στους αυτόχθονες της Ν. Αμερικής που τη χρησιμοποιούν ως φυσικό γλυκαντικό
Τα τελευταία χρόνια το φυτό στέβια και τα γλυκαντικά που προέρχονται από τα φύλλα του 
τράβηξαν την προσοχή εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης σε τρόφιμα χαμηλής περιεκτικότητας 
σε ζάχαρη και θερμίδες. Τα φύλλα του φυτού και τα γλυκαντικά που προέρχονται από αυτό 
έχουν πολλαπλάσια γλυκύτητα από τη ζάχαρη, δεν αποδίδουν ενέργεια (θερμίδες) και 
δεν περιέχουν υδατάνθρακες.

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013


ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ



Στην Ελλάδα φύεται ένας μεγάλος αριθμός αρωματικών φυτών, τα οποία είτε φύονται σε όλη τη χώρα, είτε σε ένα βιότοπο, είτε εξαπλώνονται σε μία μικρή περιοχή. Τα είδη εκείνα που απαντώνται σε όλη τη χώρα παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη ποικιλότητα σε ότι αφορά την απόδοση τους σε αιθέρια έλαια σε αντίθεση με τα ενδημικά είδη.Έχουν καταγραφεί περίπου 2000 είδη φυτών που παράγουν αιθέρια έλαια.[2] Τα αρωματικά φυτά ανήκουν σε πολλές και διαφορετικές οικογένειες, όπως π.χ το χαμομήλι (Matricaria chamomilla - Ματρικαρία το χαμαίμηλον) της οικογένειας Asteraceae, ο βασιλικός (Ocimum basilicum - Ώκιμον το βασιλικόν) της οικογένειας Lamiaceae, η δάφνη (Laurus nobilis - Δάφνη η ευγενής) της οικογένειας Lauraceae, ο μάραθος (Foeniculum vulgare - Φοινίκουλο το κοινό) της οικογένειας Apiaceae κ.ά.
Η οικογένεια με τον μεγαλύτερο αριθμό αρωματικών φυτών στην Ελλάδα είναι η οικογένεια Lamiaceae (Χειλανθή). H οικογένεια Lamiaceae χαρακτηρίζεται από πολυάριθμα είδη των ξηρών και θερμών κλιματικών περιοχών, με πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα όπως ο τετράγωνος βλαστός με τα αντιθέτως φυόμενα φύλλα, η διάταξη των ανθέων που σχηματίζουν μονοχάσια ή διχάσια, η συμπέταλη στεφάνη, ο συσσέπαλος κάλυκας που περικλείει τον σωλήνα της στεφάνης, οι τέσσερις άνισοι στήμονες που σχηματίζουν δύο ζεύγη, η επιφυής δικαρπόφυλλική οωθήκη και τα αιθέρια έλαια που παράγουν σε ειδικούς αδένες του βλαστού, των φύλλων και των ανθέων. Στην Ελλάδα φύονται πολλά είδη της οικογένειας Lamiaceae τα οποία δεν είναι χρήσιμα μόνο ως αρωματικά αλλά και ως φαρμακευτικά, αρτυματικά, καλλωπιστικά και μελισσοτροφικά. Τα πιο κοινά είναι: θυμάρι (Thymus capitatus - Θύμος ο κεφαλωτός), θρούμπι (Satureja thymbra - Σατουρέγια η θύμβρα), φασκόμηλο (Salvia fruticosa - Ελελίφασκος ο θαμνώδης), ρίγανη (Origanum vulgare - Ορίγανον το κοινόν), δίκταμος (Ο. dictamnus - Ορίγανον ο δίκταμος), μελισσοβότανο (Melissa officinalis - Μέλισσα η φαρμακευτική), Λεβάντα η στοιχάς (Lavandula stoechas), τσάι του βουνού (Sideritis scardica - Σιδερίτης η σκαρδική), Μέντα η σταχυώδης (Mentha spicata), δενδρολίβανο(Rosmarinus officinalis - Ροσμαρίνος ο φαρμακευτικός).[5]

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013







Αγγειόσπερμοδικότυλο φυτό η μπουκαμβίλια ή βουκαμβίλια ανήκει στην τάξη καρυοφυλλώδη και στην οικογένεια των νυκταγινιδών.
Είναι θάμνος ή μικρό δέντρο με καταγωγή από τo Νότια Αμερική και τα περισσότερα από τα είδη της φέρουν μεγάλα αγκάθια.
Η μπουκαμβίλια είναι φυλλοβόλο φυτό, τα φύλλα της φέρουν μίσχους είναι ακέραια, μεγάλα, χνουδωτά και έχουν σχήμακαρδιάς ή νεφρού. Τα άνθη της είναι όμορφα, ζωηρόχρωμα, μετρίου μεγέθους σε ποικίλους χρωματισμούς. Η υφή τους είναι χάρτινη και με την πάροδο μερικών εβδομάδων πέφτουν και αντικαθίστανται με καινούργια. Μπορεί να είναι λευκά, ροζ, κόκκινα, βυσσινί, μοβ και πορτοκαλί. Οι βλαστοί της μπουκαμβίλιας είναι ξυλώδεις και διακλαδώνονται, αναρριχώνται και φτάνουν σε ύψος και τα 12 μέτρα. Πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα αρκετά εύκολα και δεν αντιμετωπίζει προβλήματα με τη σύνθεση του εδάφους. Είναι ευαίσθητη στο ψύχος και αγαπά τις ηλιόλουστες περιοχές.
Έχουν δημιουργηθεί πολλές καλλωπιστικές ποικιλίες και σήμερα είναι από τα πολύ διαδεδομένα καλλωπιστικά φυτά. Καλλιεργείται σε γλάστρες, κήπους και πάρκα σε ολόκληρη την Ελλάδα αποτελώντας ένα κλασικό ανοιξιάτικο φυτό.



ΓΚΑΖΑΝΙΑ

Η γκαζάνια είναι φυτό πολυετές , ποώδες , αειθαλές , χαμηλής βλάστησης 15-20 cm . Τα φύλλα του είναι λογχοειδή , , στενόμακρα , σκουροπράσινα στην επάνω επιφάνεια και αργυρόχρωμα στην κάτω επιφάνεια.



Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Λευλαντ



Η Leyland Cypress, Cupressus x leylandii (syn. × Cupressocyparis leylandii, Callitropsis × leylandii, x Cuprocyparis Leylandii), που συχνά αναφέρεται ως απλά Leylandii, είναι ενα ταχέως αναπτυσσόμενο κωνοφόρο αειθαλές δέντρο που χρησιμοποιείται πολύ στην κηπουρική , κυρίως για τους φράκτες , ειναι γνωστό ότι αυξάνεται σε ύψος 15 μέτρων (49 ​​ft) σε 16 χρόνια. [